ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ - ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΜΕ ΤΙΤΛΟ «ΚΑΝΟΝΕΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ»
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Γενικό Μέρος
Εξάλλου, τo θεσμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργεί η ελληνική αγορά έχει αλλάξει σημαντικά, καθώς αποτελεί μέρος της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς. Περαιτέρω, η διάρθρωση και το μέγεθος της εγχώριας αγοράς έχει μεταβληθεί σημαντικά. Η Κοινή Αγροτική Πολιτική και η πρόσφατη ανάπτυξη της Κοινής Οργάνωσης της Αγοράς αγροτικών προϊόντων στην Ε.Ε. έχουν υποκαταστήσει στην πράξη πολλά από τα άρθρα του Αγορανομικού Κώδικα που αναφέρονται στην αγορά τροφίμων. Το συγκεκριμένο πεδίο ρύθμισης και ιδιαίτερα στον τομέα των τροφίμων μεταβάλλεται διαρκώς ωθώντας τον Έλληνα νομοθέτη να προβεί σε εναρμόνιση του εθνικού δικαίου με τις επιταγές των Ευρωπαϊκών Κανονισμών και Οδηγιών και ειδικότερα της Οδηγίας 2000/13 αλλά και του Κανονισμού 1169/2011 σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα που πρόκειται να τεθεί σε ισχύ κατά το τέλος του 2014.
Το σχέδιο νόμου αποτελεί το πλαίσιο άσκησης της εμπορίας και διακίνησης προϊόντων και παροχής υπηρεσιών, προβλέποντας τις γενικές αρχές βάσει των οποίων πρόκειται να εκδοθούν στη συνέχεια οι ειδικότεροι κανόνες εφαρμογής αυτού, δηλαδή οι Κανόνες Διακίνησης και Εμπορίας Πώλησης Προϊόντων και Παροχής Υπηρεσιών, σε αντικατάσταση της ισχύουσας Αγορανομικής Διάταξης 7/2009.
Ο νέος νόμος διατηρεί στη διαδικασία της νομοθέτησης τη λογική του αγορανομικού κώδικα. Έτσι, με τον νόμο τίθεται το γενικότερο πλαίσιο κυρώσεων και οι κατ’ εξουσιοδότηση υπουργικές αποφάσεις με ευελιξία καθορίζουν λεπτομερώς και στο πλαίσιο του εφικτού τις κυρώσεις ανά παράβαση ή κατηγορία παράβασης. Αυτό κρίθηκε απαραίτητο, διότι η αγορά στην σύγχρονη εποχή μεταβάλλεται με γρήγορους ρυθμούς και γι’ αυτό πρέπει και η νομοθεσία να μπορεί να προσαρμόζεται αναλόγως.
Εξάλλου, επειδή οι λέξεις «αγορανομία» και «αγορανομικός» δεν συνάδουν πλέον με τη σύγχρονη αντίληψη για την αγορά και με το διαμορφωμένο ήδη δικαιικό μας σύστημα, κρίθηκε επιβεβλημένη η αφαίρεσή τους από τον παρόντα νόμο, σηματοδοτώντας έτσι το τέλος μιας εποχής.
Μέσα από τις διατάξεις του εν λόγω νομοθετήματος επιδιώκεται η δημιουργία ενός ενιαίου νομικού πλαισίου για τα ζητήματα τα οποία ρυθμίζονταν από την αγορανομική νομοθεσία και η ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου για τις επιχειρήσεις και τον καταναλωτή, σύμφωνα με τους κανόνες του ευρωπαϊκού δικαίου και του δικαίου του ανταγωνισμού προς όφελος της οικονομίας και των καταναλωτών.
ΟΛΑ ΤΑ ΕΙΔΙΚΑ ΜΕΡΟΙ ΚΑΙ ΟΛΑ ΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Γενικό Μέρος
Το παρόν σχέδιο νόμου αποτελεί μια προσπάθεια εκσυγχρονισμού, επικαιροποίησης και συστηματοποίησης των βασικών κανόνων που αφορούν στην εμπορία και διακίνηση προϊόντων και στην παροχή υπηρεσιών. Βασικός στόχος του είναι η διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς με τη θέσπιση κανόνων εμπορίας και διακίνησης προϊόντων και παροχής υπηρεσιών.
Μέχρι σήμερα το σχετικό θεσμικό πλαίσιο αποτελεί ο Αγορανομικός Κώδικας (νδ 136/ 1946), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, καθώς και οι κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσες Αγορανομικές Διατάξεις. Οι σύγχρονες, ωστόσο, εξελίξεις σε όλο το φάσμα λειτουργίας της αγοράς οδήγησαν σταδιακά σε μια ανακολουθία ανάμεσα στην πράξη και τη θεωρία, με αποτέλεσμα οι διατάξεις του Αγορανομικού Κώδικα να έχουν στο μεγαλύτερο μέρος τους καταστεί αναχρονιστικές, ανεπίκαιρες και η εφαρμογή τους να γίνεται ολοένα και πιο δυσχερής για τις επιχειρήσεις, αλλά και για τα ελεγκτικά όργανα.
Εξάλλου, τo θεσμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργεί η ελληνική αγορά έχει αλλάξει σημαντικά, καθώς αποτελεί μέρος της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς. Περαιτέρω, η διάρθρωση και το μέγεθος της εγχώριας αγοράς έχει μεταβληθεί σημαντικά. Η Κοινή Αγροτική Πολιτική και η πρόσφατη ανάπτυξη της Κοινής Οργάνωσης της Αγοράς αγροτικών προϊόντων στην Ε.Ε. έχουν υποκαταστήσει στην πράξη πολλά από τα άρθρα του Αγορανομικού Κώδικα που αναφέρονται στην αγορά τροφίμων. Το συγκεκριμένο πεδίο ρύθμισης και ιδιαίτερα στον τομέα των τροφίμων μεταβάλλεται διαρκώς ωθώντας τον Έλληνα νομοθέτη να προβεί σε εναρμόνιση του εθνικού δικαίου με τις επιταγές των Ευρωπαϊκών Κανονισμών και Οδηγιών και ειδικότερα της Οδηγίας 2000/13 αλλά και του Κανονισμού 1169/2011 σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα που πρόκειται να τεθεί σε ισχύ κατά το τέλος του 2014.
Το σχέδιο νόμου αποτελεί το πλαίσιο άσκησης της εμπορίας και διακίνησης προϊόντων και παροχής υπηρεσιών, προβλέποντας τις γενικές αρχές βάσει των οποίων πρόκειται να εκδοθούν στη συνέχεια οι ειδικότεροι κανόνες εφαρμογής αυτού, δηλαδή οι Κανόνες Διακίνησης και Εμπορίας Πώλησης Προϊόντων και Παροχής Υπηρεσιών, σε αντικατάσταση της ισχύουσας Αγορανομικής Διάταξης 7/2009.
Ο νέος νόμος διατηρεί στη διαδικασία της νομοθέτησης τη λογική του αγορανομικού κώδικα. Έτσι, με τον νόμο τίθεται το γενικότερο πλαίσιο κυρώσεων και οι κατ’ εξουσιοδότηση υπουργικές αποφάσεις με ευελιξία καθορίζουν λεπτομερώς και στο πλαίσιο του εφικτού τις κυρώσεις ανά παράβαση ή κατηγορία παράβασης. Αυτό κρίθηκε απαραίτητο, διότι η αγορά στην σύγχρονη εποχή μεταβάλλεται με γρήγορους ρυθμούς και γι’ αυτό πρέπει και η νομοθεσία να μπορεί να προσαρμόζεται αναλόγως.
Εξάλλου, επειδή οι λέξεις «αγορανομία» και «αγορανομικός» δεν συνάδουν πλέον με τη σύγχρονη αντίληψη για την αγορά και με το διαμορφωμένο ήδη δικαιικό μας σύστημα, κρίθηκε επιβεβλημένη η αφαίρεσή τους από τον παρόντα νόμο, σηματοδοτώντας έτσι το τέλος μιας εποχής.
Μέσα από τις διατάξεις του εν λόγω νομοθετήματος επιδιώκεται η δημιουργία ενός ενιαίου νομικού πλαισίου για τα ζητήματα τα οποία ρυθμίζονταν από την αγορανομική νομοθεσία και η ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου για τις επιχειρήσεις και τον καταναλωτή, σύμφωνα με τους κανόνες του ευρωπαϊκού δικαίου και του δικαίου του ανταγωνισμού προς όφελος της οικονομίας και των καταναλωτών.